Διά φυτά σκιάς και την αουκούμπα ιαπωνική ή Aucuba japonica, αυτό το κείμενο από τα άρθρα κηποτεχνίας και τα άρθρα κήπου διά την κατασκευή και συντήρηση κήπων, την αρχιτεκτονική κήπων, τη διαμόρφωση κήπου ή το αυτόματο πότισμα κήπου, προσδιορίζει σχετικές κηπουρικές εργασίες ή συμβουλές κηπουρικής. Όπως ισχύει διά τα υπόλοιπα κείμενα ή τα ΑΡΘΡΑ ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, έτσι και το παρόν άρθρο τελεί αυστηρώς υπό το καθεστώς νομικής προστασίας βάσει συμβολαιογραφικής πράξεως και σύννομων τεχνολογικών μέτρων προστασίας και διατάξεων ευρωπαϊκών Οδηγιών, νομικής βάσεως και του Νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας, συγγενικών δικαιωμάτων και πολιτιστικών θεμάτων μετά των σχετικών νεωτέρων τροποποιήσεων αυτού (Ν. 2121/93, άρ. 66Α), καθώς προσδιορίζεται εις τους όρους χρήσεως του ΙΣΤΟΤΟΠΟΥ της ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ.
Στην κηποτεχνία μεγάλο ρόλο παίζει η λειτουργική αρχιτεκτονική κήπων προκειμένου τα φυτά τα οποία διακοσμούν κάποιο χώρο πρασίνου να μπορούν να προσαρμόζονται με την έλευση του χρόνου στις μικροπεριβαλλοντικές συνθήκες. Οι φίλες και οι φίλοι της ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ γνωρίζουν πολύ καλά το γεγονός ότι μία από τις πιο σημαντικές παραμέτρους η οποία επηρεάζει την ανάπτυξη των φυτών, αλλά και την ευπάθειά τους σε προσβολές από φυτοπαθογόνα παράσιτα είναι η σκίαση. Οι ελληνικές κλιματικές συνθήκες χαρακτηρίζονται από εκτεταμένη ηλιοφάνεια, αλλά και μεγάλη διάρκεια ημέρας κατά ένα μεγάλο ποσοστό κάθε έτος. Τα φυτά της ελληνικής χλωρίδας εν γένει έχουν προσαρμοστεί κατά το δυνατό σε αυτήν την κατάσταση, οπότε είναι ευνόητο το ότι επιθυμούν τη φυσιολογική παρουσία του φωτός προκειμένου να επιτελούν τις διάφορες λειτουργίες τους. Όμως, τόσο η κατασκευή, όσο και η συντήρηση κήπων αρκετά συχνά έρχονται αντιμέτωπες με το πρόβλημα της σκιάσεως το οποίο είτε μαστίζει έναν κήπο, είτε πρόκειται να παρουσιασθεί στο μέλλον. Μάλιστα, η άναρχη και πυκνή δόμηση των αστικών κέντρων έχει δημιουργήσει ασφυκτικές συνθήκες υγιεινής για πολλούς κήπους, που φαίνεται ότι ταλαιπωρούνται από την έλλειψη καλού επιπέδου φωτισμού ή αερισμού.
Το ερώτημα το οποίο αναφύεται, λαμβάνοντας υπ' όψιν το πρόβλημα της σκιάς, έχει να κάμνει με το εάν υπάρχει η πρακτική δυνατότης να διαμορφωθεί ένας σκιερός χώρος πρασίνου χρησιμοποιώντας καλλωπιστικά φυτά σκιάς. Δηλαδή, φυτικούς οργανισμούς οι οποίοι είναι προγραμματισμένοι από τη Φύση να ανέχονται ή να αντέχουν τέτοια ακατάλληλα επίπεδα παρατεταμένων σκιάσεων, ώστε να είναι σε θέση να επιβιώνουν, να αναπτύσσονται ικανοποιητικώς, καθώς και να ανθοφορούν. Η απάντηση είναι θετική και αυτό συνήθως οφείλεται στην εμπορία φυτών από άλλες περιοχές του πλανήτη, αφού η ελληνική χλωρίδα δεν προσφέρει ιδιαιτέρως μεγάλη ποικιλία τέτοιων φυτών για τις ανάγκες της κηποποιίας, χωρίς αυτό να σημαίνει το ότι δεν υφίστανται κάποια. Βέβαια, τα αλλοδαπά φυτά είναι προσαρμοσμένα σε εδαφοκλιματικές συνθήκες οι οποίες δεν παρουσιάζουν αρκετά παρόμοια χαρακτηριστικά προς τα αντίστοιχα της Ελλάδος, επομένως κατά πάσα πιθανότητα δεν αποκτούν ποτέ τις φυσικές διαστάσεις τους, ούτε συμπεριφέρονται με ίδιο τρόπο που αναπτύσσονται στο φυσικό περιβάλλον τους. Μία τέτοια περίπτωση αλλοδαπού φυτού είναι η αουκούμπα ιαπωνική ή Aucuba japonica.
Η αουκούμπα (Aucuba) είναι ένα εύρωστο φυτό σκιάς το οποίο κατάγεται από τη μακρινή Άπω Ανατολή. Ανήκει στην οικογένεια των Κρανειωδών (Cornaceae) ή Garryaceae και το γένος της περιλαμβάνει καταγεγραμμένα ολιγάριθμα μακρόβια είδη, όπως την Aucuba japonica και την Aucuba himalaica. Στην ελληνική αγορά κηποτεχνίας μπορεί να βρεθεί κυρίως το είδος αουκούμπα ιαπωνική, που θα μας απασχολήσει στο παρόν κείμενο. Η συγκεκριμένη αουκούμπα διαθέτει λίγες ποικιλίες, όπως είναι για παράδειγμα η Crotonifolia, η Serratifolia και η Variegata. Είναι αιθαλής θάμνος με σφαιρική μορφή κόμης και μεγάλα πράσινα ή ωχροπράσινα συνήθως διάστικτα φύλλα. Ο ρυθμός αναπτύξεώς της είναι αρκετά αργός, ενώ είναι δίοικος φυτικός οργανισμός, δηλαδή έχει διακριτά αρσενικά και θηλυκά φυτά. Στην αγγλική γλώσσα διαθέτει το κοινόχρηστο όνομα "Spotted laurel" ή "Japanese laurel". Μετά από τουλάχιστον δύο δεκαετίες φυσιολογικής αναπτύξεως μπορεί να φθάσει ή να ξεπεράσει σε ύψος και διάμετρο τα δυόμισι ή τρία μέτρα (2,5 έως 3 m). Ανθίζει την άνοιξη με μικρά και άοσμα μωβ άνθη τα οποία δεν είναι ιδιαιτέρως εντυπωσιακά, αλλά σε ένα μεγάλης ηλικίας φυτό προσδίδουν μία ξεχωριστή χάρη λόγω του μεγάλου πλήθους τους. Μετά την ανθοφορία τα θηλυκά φυτά εάν γονιμοποιηθούν παράγουν στιλπνούς ωοειδείς και διακριτούς ροδοκόκκινους καρπούς από το καλοκαίρι και ύστερα, διαφορετικώς τα άνθη παρακμάζουν και ο θάμνος συνεχίζει την αργή ανάπτυξή του. Σε αυτό το σημείο πρέπει να τονισθεί το ότι καλό θα ήταν να μην αφήνονται κατοικίδια ζώα να τρώνε τα φύλλα της, ούτε να χρησιμοποιείται σαν βότανο γιατί η βρώση της από τον άνθρωπο μπορεί να του προκαλέσει στομαχικές διαταραχές.
Ο τεχνητός πολλαπλασιασμός της μπορεί να διενεργηθεί είτε μετά τις αρχές φθινοπώρου με τη μέθοδο της σποράς, είτε με μοσχεύματα από τα μέσα της ανοίξεως έως το καλοκαίρι. Η καλλιέργειά της γίνεται στο έδαφος του κήπου ή σε γλάστρες, οπότε και χρειάζεται να μεταφυτεύεται στα μέσα Απριλίου όταν οι ρίζες αρχίζουν να ξεπροβάλλουν στην επιφάνεια του χώματος της γλάστρας. Καλό θα ήταν να λαμβάνεται μέριμνα ώστε η μεταφύτευση να γίνεται προς το τέλος της ανθοφορίας.
Η αουκούμπα ιαπωνική είναι ένα φυτό σκιάς το οποίο χρειάζεται εδαφικό υπόστρωμα με καλή αποστράγγιση, αλλά να μην ξηραίνεται. Προτιμάει να είναι νοτισμένο το χώμα, όπως επίσης να επικρατεί αρκετά υψηλή σχετική ατμοσφαιρική υγρασία άνω του 45%. Μπορεί να αναπτυχθεί σε ελαφρώς αλκαλικά ή ελαφρώς όξινα εδάφη, αλλά όχι όταν το pH αγγίζει πολύ τα ακραία όριά του. Δείχνει να αρέσκεται στα βαθιά και γόνιμα εδάφη περιοχών όπου υπάρχει δροσερή αεριζόμενη ατμόσφαιρα. Επιπροσθέτως, καλό θα ήταν να καλλιεργείται σε τόπο ο οποίος να μην είναι προσήλιος, αλλά το φως να είναι φιλτραρισμένο, όπως συμβαίνει λόγω της κόμης υψηλών δένδρων. Όπως έχει επισημανθεί προηγουμένως, εμφανίζει εντυπωσιακή ανθεκτικότητα στη μερική σκίαση και τον περιορισμένο φωτισμό, αλλά όχι στο σκότος. Ομοίως, δείχνει εκπληκτική ανθεκτική συμπεριφορά στην αστική ρύπανση και το ελληνικό ψύχος ή το χιόνι. Ειδικώς το χιόνι στην Ελλάδα δεν την ενοχλεί παρ’ όλο που πρόσκαιρα η φυλλική της επιφάνεια θα αποκτήσει μία πολύ αντιαισθητική όψη μέχρι να συνέλθει το φυτό. Αντιθέτως, απεχθάνεται τους ισχυρούς ανέμους και κυρίως τους βοριάδες. Επιπροσθέτως, απεχθάνεται την απ’ ευθείας έκθεσή της στην ηλιακή ακτινοβολία του ελληνικού ήλιου. Αυτή η έκθεση ιδιαιτέρως κατά τους θερινούς μήνες μπορεί να εξοντώσει και την πιο καλοσχηματισμένη αουκούμπα με τη σταδιακή καταστροφή των φύλλων της. Δυστυχώς, ο ήλιος είναι θανάσιμος εχθρός του φυτού, αφού σε πρώτη φάση του προκαλεί αντιαισθητικά και εκτεταμένα μελανόχρωμα ή καστανόχρωμα εγκαύματα στα φύλλα, ενώ μπορεί να το καταστρέψει στο τέλος.
Παρ' όλο που είναι φυτό σκιάς, εάν τηρούνται οι βασικοί κανόνες για την καλή υγιεινή της αουκούμπα δεν παρατηρούνται συχνές επιθέσεις από παράσιτα. Αλλά, δυστυχώς, δεν είναι σπάνιο το να προσβάλλεται από κοκκοειδή τα οποία δείχνουν να βρίσκουν ένα πολύ κατάλληλο ενδιαίτημα κυρίως στα φύλλα του εσωτερικού της κόμης. Ευτυχώς, η ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ από την εμπειρία της κατά την εκτέλεση των εργασιών της για τη συντήρηση κήπων των πελατών της, έχει διαπιστώσει το γεγονός ότι η αουκούμπα ιαπωνική δεν καταστρέφεται, ούτε υποβαθμίζεται αισθητικώς από φυτοπαθογόνα παράσιτα, αρκεί να αντιμετωπίζονται. Η καταπολέμηση των παρασίτων γίνεται με προληπτικούς ή κατασταλτικούς ψεκασμούς με εντομοκτόνα τηρώντας πάντα τους ανάλογους κανόνες ασφαλείας. Για παράδειγμα ο θερινός πολτός, τα άλατα καλίου λιπαρών οξέων, οργανοφωσφορικά εντομοκτόνα ή ακόμα και το εντομοκτόνο σαπούνι μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικώς τις προσβολές. Όταν υπάρχει βεβαρυμμένο ιστορικό επιθέσεων από φυτοπαθογόνα παράσιτα καλό θα ήταν να διενεργούνται μηνιαίοι προληπτικοί ψεκασμοί με θερινό πολτό από το μήνα Μάρτιο μέχρι και τον Ιούλιο, καθώς και από το Σεπτέμβριο μέχρι το Νοέμβριο, ώστε να εξοντώνονται οι νέες γενιές των παθογόνων οργανισμών προτού αναπτύξουν φυσικές άμυνες ως ενήλικα άτομα.
Η λίπανση μίας υγιούς αουκούμπα πρέπει να γίνεται από τον Απρίλιο έως τον Οκτώβριο με εξαίρεση συνήθως τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Χρειάζονται πλήρη και ισορροπημένα λιπάσματα τα οποία περιέχουν ιχνοστοιχεία και μαγνήσιο. Επιπλέον, η άρδευσή της δεν πρέπει να είναι τέτοια που να διατηρεί το χώμα του εδάφους ή της γλάστρας πλημμυρισμένο με νερό. Συνήθως το πότισμα επαναλαμβάνεται όταν το ίδιο το φυτό αρχίζει να εμφανίζει συμπτώματα δίψας με βασική ένδειξη το κατέβασμα των φύλλων του. Εξ άλλου, τα συνηθέστερα προβλήματα που αντιμετωπίζει στους ελληνικούς κήπους είναι η σήψη και οι μυκητολογικές ασθένειες από το υπερβολικό πότισμα. Η αντιμετώπιση τέτοιων προβλημάτων στην περίπτωση της αουκούμπα είναι πολλές φορές αδύνατη εάν είναι εκτεταμένα, αλλά η χρήση ειδικών μυκητολογικών σκευασμάτων, όπως είναι για παράδειγμα τα χαλκούχα, είναι η καλύτερη λύση. Ποτέ δεν πρέπει να λησμονεί ένας κάτοχος αουκούμπα το γεγονός ότι είναι φυτό σκιάς, οπότε η εξατμισοδιαπνοή στο σκιερό μέρος της φυσιολογικώς δεν θα είναι τόσο έντονη, όσο στον υπόλοιπο ηλιόλουστο χώρο πρασίνου.
Η καλλωπιστική αξία του εν λόγω φυτού εστιάζεται κατά κανόνα στη φυλλική επιφάνεια και στην ικανότητά της να είναι ακμαία σε περιοχές του κήπου με σκιερά τμήματα. Το φύλλωμά της αναλόγως της ποικιλίας μπορεί να είναι βαθύ πράσινο ή ωχροκίτρινο ή πράσινο με διάστικτα ωχρόλευκα σημεία. Από κηποτεχνικής απόψεως, η πανασέ εμφάνιση είναι η πιο εντυπωσιακή και διατηρείται αναλλοίωτη όταν η αουκούμπα ιαπωνική βρίσκεται σε μέρος με φιλτραρισμένο φως. Είναι ιδανική επιλογή για να εγκατασταθεί περίκλειστους φωτεινούς χώρους πολυκατοικιών, σε υδατοκατασκευές, σε συνθέσεις φυτών, για οπτική ενίσχυση του βάθους των χλοοταπήτων ή σε φωτεινά σημεία στους εξώστες των σπιτιών. Επίσης είναι από τα ιδανικότερα φυτά για την επιλεκτική φύτευση ημισκιερών χώρων όπου κυριαρχούν υψηλά δέντρα με ανεπτυγμένη κόμη, αλλά να μην φυτεύεται κοντά σε μεγάλα κωνοφόρα, όπως είναι η πεύκη.
Τέλος, είναι ευνόητο το ότι η προβληματική εγκατάσταση και περιποίηση του φυτού θα δημιουργήσει προβλήματα τόσο στην ανάπτυξη, όσο και στην επιβίωσή του. Οι δυνατοί άνεμοι, η κακή θρέψη, ο κακός αερισμός και η υπερβολική οικιακή σκόνη, το προβληματικό χώμα ή η μικρή γλάστρα, η φύτευση ακριβώς δίπλα από μεγάλα κωνοφόρα δέντρα, αλλά και η απ' ευθείας έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία είναι παράγοντες εξοντώσεως του φυτού. Μπορεί να σταματάνε την ανάπτυξή του, να μαραίνονται τμήματά του, να μειώνεται η φυλλική του επιφάνεια ή τα φύλλα του να καψαλίζονται και να μαυρίζουν. Τότε, η μόνη ενδεδειγμένη λύση είναι η μετεγκατάσταση ή η βελτίωση των συνθηκών υγιεινής του φυτού.
2009 έως σήμερα ©ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, Πρωτότυπες Κηποτεχνικές Διαμορφώσεις Ιδιωτικών Και Ιδιόχρηστων Κήπων