Διά εκτοξευτήρες ποτίσματος εις το αυτόματο πότισμα γκαζόν και την άρδευση χλοοτάπητα, αυτό το κείμενο από τα άρθρα κηποτεχνίας και τα άρθρα κήπου διά την κατασκευή και συντήρηση κήπων, την αρχιτεκτονική κήπων, τη διαμόρφωση κήπου ή το αυτόματο πότισμα κήπου, προσδιορίζει σχετικές κηπουρικές εργασίες ή συμβουλές κηπουρικής. Όπως ισχύει διά τα υπόλοιπα κείμενα ή τα ΑΡΘΡΑ ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, έτσι και το παρόν άρθρο τελεί αυστηρώς υπό το καθεστώς νομικής προστασίας βάσει συμβολαιογραφικής πράξεως και σύννομων τεχνολογικών μέτρων προστασίας και διατάξεων ευρωπαϊκών Οδηγιών, νομικής βάσεως και του Νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας, συγγενικών δικαιωμάτων και πολιτιστικών θεμάτων μετά των σχετικών νεωτέρων τροποποιήσεων αυτού (Ν. 2121/93, άρ. 66Α), καθώς προσδιορίζεται εις τους όρους χρήσεως του ΙΣΤΟΤΟΠΟΥ της ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ.
Η ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ με βάση την εμπειρία της κατά την εκτέλεση των έργων της, αλλά και χάρις εις την επικοινωνία της με τις φίλες και τους φίλους της ανά την Ελλάδα, έχει καταλήξει σε κάποιες διαπιστώσεις οι οποίες αφορούν σε συχνά ή κοινά προβλήματα τα οποία παρουσιάζονται στους ελληνικούς ιδιωτικούς και ιδιόχρηστους κήπους. Με αφορμή τις συζητήσεις και τις απορίες που δεχθήκαμε, θα επικεντρωθούμε με το παρόν κείμενο σε ένα ζήτημα το οποίο με έκπληξη διαπιστώσαμε ότι απασχολεί πολύ κόσμο. Συγκεκριμένα, θα αναφερθούμε στην περίπτωση της παρουσίας υπερβολικών υδάτων πέριξ κάποιων εκτοξευτήρων ποτίσματος γκαζόν, που καθιστούν εκεί το έδαφος πολύ μαλακό ή λασπώδες, δημιουργούν σαπίσματα στο γκαζόν ή δυσχεραίνουν την περιποίησή του ειδικώς κατά την έλευση της χλοοκοπτικής μηχανής. Μάλιστα, αρκετοί έχουν διαπιστώσει ότι το συγκεκριμένο φαινόμενο παρουσιάζεται σχεδόν κατά αποκλειστικότητα σε εκείνους τους εκτοξευτήρες νερού οι οποίοι βρίσκονται εγκατεστημένοι στα χαμηλότερα επίπεδα του εδάφους σχετικώς ως προς τους υπολοίπους. Αυτό το σύμπτωμα δεν είναι απαραίτητο να συνοδεύεται από άλλες εμφανείς δυσλειτουργίες του αρδευτικού δικτύου ή μπορεί να εκδηλώνεται ακόμα και όταν δεν λαμβάνει χώρα το αυτόματο πότισμα.
Η προαναφερθείσα παρατήρηση είναι σωστή και αποδεικνύει το πόσο ενδιαφέρονται κάποια άτομα για τους χώρους πρασίνου που διαθέτουν. Επιπροσθέτως, εμείς στην ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ ενθουσιαζόμαστε ιδιαιτέρως όταν διαπιστώνουμε το γεγονός ότι οι φίλες και οι φίλοι μας προσπαθούν με δική τους προσπάθεια να κατανοήσουν τη λειτουργία του κήπου τους, χωρίς να αναμένουν κάποιες έτοιμες απαντήσεις. Έτσι, λοιπόν, προκειμένου να διαλευκάνουμε το πρόβλημα θα επισημάνουμε το ότι η εμφάνιση λιμναζόντων υδάτων πέριξ κάποιων εκτοξευτήρων μπορεί να είναι αποτέλεσμα τριών αιτιών. Οι δύο πρώτες, που θα αναφέρουμε παρακάτω, σχετίζονται με κάποια εν γένει φθορά η οποία προκλήθηκε είτε κατά τη φυσιολογική λειτουργία του αρδευτικού δικτύου, είτε από κάποια ζημία κατά την εγκατάσταση. Αντιθέτως, η τρίτη αιτία σχετίζεται περισσότερο με ένα απλό φυσικό φαινόμενο και είναι αυτή η οποία θα μας απασχολήσει ιδιαιτέρως.
Η πρώτη αιτία μπορεί να σχετίζεται με κάποια προβληματική υδατοστεγή σύνδεση μέσω των οποίων επικοινωνούν οι εκτοξευτήρες με το υπόλοιπο αρδευτικό δίκτυο ή με κάποια ζημία στα τμήματά του. Για παράδειγμα, ενδεχομένως σε κάποιο σημείο να μην έχει εφαρμοσθεί σωστά το τεφλόν των σπειρωμάτων ή να έχει προκληθεί κάποια μικρή οπή των σωληνώσεων ή ακόμα να έχει ραγίσει το σώμα κάποιου εκτοξευτήρος. Επίπτωση αυτών είναι η εκροή αρδευομένου ύδατος, πιθανώς με μικροποσότητες, ώστε τελικώς να συσσωρεύεται νερό στο χώμα.
Η δευτέρα αιτία έχει να κάνει με κάποια τεχνική ή λειτουργική ανωμαλία του εκτοξευτήρος. Συγκεκριμένα, τέτοιες ανωμαλίες εντοπίζονται κατά κανόνα είτε στο ακροφύσιο, είτε στο ανυψούμενο στέλεχος ή στο δακτύλιο στεγανότητος και υδρολιπάνσεως του ανυψούμενου στελέχους. Είναι αρκετά συνηθισμένο φαινόμενο να φράσσονται οι οπές των ακροφυσίων με φερτά υλικά, όπως είναι για παράδειγμα οι μικρές πέτρες και να επηρεάζεται η εκτοξευομένη δέσμη ύδατος. Ομοίως, δεν είναι λίγες οι φορές κατά τις οποίες ένα ανυψούμενο στέλεχος υφίσταται φθορά, όπως είναι οι γρατζουνιές, από φερτά υλικά με επίπτωση να μην μπορεί να στεγανοποιηθεί από τον ειδικό δακτύλιο. Όταν το νερό εμποδίζεται να εκρεύσει ομαλώς από το ακροφύσιο και όταν η στεγανοποίηση είναι πλημμελής, εξυπακούεται το ότι κάποιες ποσότητες ύδατος δεν θα απομακρύνονται από τον εκτοξευτήρα, αλλά θα συγκεντρώνονται στην περιφέρειά του.
Οι δύο περιπτώσεις τις οποίες προαναφέραμε μπορούν να αντιμετωπισθούν με την επιδιόρθωση ή την αντικατάσταση των τμημάτων τα οποία δημιουργούν προβλήματα.
Όμως, υπάρχει ακόμα μία τρίτη αιτία η οποία έχει να κάνει με ένα απλό και συνηθισμένο φυσικό φαινόμενο, αλλά συνήθως αγνοείται από αρκετούς. Συγκεκριμένα, αφορά στην αποστράγγιση των σωληνώσεων οι οποίοι συγκροτούν τις στάσεις ή ζώνες του αρδευτικού δικτύου. Αρκετοί κάτοχοι ιδιωτικών και ιδιόχρηστων χώρων πρασίνου έχουν την εσφαλμένη εντύπωση ότι μόλις σταματήσει να διαβρέχει το ποτιστικό σύστημα, τότε το δίκτυο σωληνώσεων ασφαλίζεται ερμητικώς. Αλλά κάτι τέτοιο δεν ισχύει κυρίως εξ αιτίας των οπών των ακροφυσίων και των ανυψούμενων στελεχών που διαθέτουν οι εκτοξευτήρες ποτίσματος. Μετά την ασφάλιση των ηλεκτροβαλβίδων το νερό το οποίο παραμένει παγιδευμένο εντός εκάστου σωλήνος έχει την τάση να κυλάει προς τα χαμηλότερα σημεία του δικτύου υπό της επιδράσεως του ατμοσφαιρικού αέρος και της βαρύτητος. Όταν στο έδαφος ενός κήπου δεν υπάρχουν υψομετρικές διαφορές των επιπέδων του και κλίσεις, τότε θεωρητικώς και ειδικώς όταν χρησιμοποιείται εξειδικευμένος αυλακωτήρας για την δημιουργία στο υπέδαφος των αρχικών αυλακιών των σωληνώσεων, όλοι οι σωλήνες εκτείνονται επί του ιδίου επιπέδου. Πρακτικώς, όμως, είναι αδιανόητο να υποθέσουμε ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό, οπότε οι σωλήνες εκτείνονται ευρισκόμενοι έστω και σε μικρές υψομετρικές διαφορές των επιπέδων του υπεδάφους όπου έχουν εγκατασταθεί. Κατά συνέπεια το εναπομείναν νερό μετακινείται σχετικώς αργά εντός των σωληνώσεων προς τα χαμηλότερα σημεία όπου θα επιτύχει από φυσικού να ακινητοποιηθεί εάν δεν βρει κάποια έξοδο προς το περιβάλλον.
Στην συντριπτική πλειοψηφία των συμβατικών ιδιωτικών και ιδιόχρηστων κήπων η διάταξη των εκτοξευτήρων είναι τέτοια ώστε κατά κανόνα έστω ένας εξ αυτών να βρίσκεται πλησίον κάποιου πολύ χαμηλού σημείου της στάσεως ή ζώνης. Μοιραίως, κάποιοι όγκοι ύδατος θα κατρακυλήσουν με ευκολία προς αυτόν τον συγκεκριμένο εκτοξευτήρα ώστε να επιτευχθεί αποστράγγιση η οποία εκδηλώνεται υπό της μορφής λιμναζόντων υδάτων πέριξ αυτού. Βεβαίως, ενδέχεται να μετακινηθούν νερά και προς περισσότερους εκτοξευτήρες εάν η θέση τους το επιτρέπει. Όμως, όπως γράφουμε κατά κόρον στα άρθρα ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, ένα αρδευτικό δίκτυο απαρτίζεται από υλικά τα οποία υπόκεινται σε κάποιους κανόνες και φυσιολογικές τιμές λειτουργίας. Όταν το αρδευτικό δίκτυο είναι ανενεργό και το νερό μετακινείται από μόνο του εξ αιτίας της υψομετρικής διαφοράς και της βαρύτητος λόγω διαφοράς δυναμικού, τότε τα χαρακτηριστικά της υποτυπώδους ροής του δεν ανταποκρίνονται προς εκείνα τα οποία απαιτούνται για να λειτουργήσουν οι εκτοξευτήρες. Δηλαδή, αυτό το σιγανό κατρακύλισμα του νερού κατά κανόνα δεν είναι ικανό προκειμένου να προκαλέσει ανύψωση των μετακινούμενων στελεχών των εκτοξευτήρων, καθώς και να λειτουργήσει αποτελεσματικώς ο υδατοστεγής δακτύλιος ασφαλείας. Κατά συνέπεια το νερό κυλάει αργά μέσα από τις οπές του εκτοξευτήρα και εξέρχεται ανεμπόδιστο με αργούς ρυθμούς.
Οι μεγάλες και αξιόπιστες κατασκευάστριες βιομηχανίες αρδευτικών προϊόντων έχουν την πείρα και την τεχνογνωσία προκειμένου να αντιμετωπίζουν αυτό το πρόβλημα. Για τις ποικίλες ανάγκες των κήπων έχουν δημιουργήσει εξειδικευμένα εξαρτήματα υπό της μορφής μηχανισμών αποστραγγιστικής βαλβίδος, ώστε να αποτρέπουν ή να περιορίζουν τις ανεπιθύμητες αποστραγγίσεις. Αξίζει να αναφέρουμε το ότι εκτός από την συγκεκριμένη βαλβίδα οι εκτοξευτήρες μπορούν να φέρουν και άλλα εξαρτήματα, όπως είναι για παράδειγμα η πρόσθετη βαλβίδα αυτοελέγχου πιέσεως λειτουργίας. Τα εξαρτήματα αυτά μπορεί να είναι προεγκατεστημένα ή να αποκτώνται προαιρετικώς για να τοποθετηθούν σε κάποια μοντέλα από τους εκτοξευτήρες ποτίσματος νερού και ειδικώς στη βάση από τα ανυψούμενα στελέχη τους. Αυτό το πρόσθετο χαρακτηριστικό μπορεί να εντοπιστεί τόσο σε κάποιους στατικούς, όσο και σε γραναζωτούς ή κρουστικούς εκτοξευτήρες, όπως είναι τα εικονιζόμενα μοντέλα στατικών εκτοξευτήρων της RAIN BIRD και συγκεκριμένα αυτά της σειράς 1800 η οποία θεωρούμε μετά από χρόνια πείρας ότι είναι η κορυφαία στην κατηγορία της από άποψη ποιότητος κατασκευής, μακροβιότητος και ενσωματωμένων τεχνολογιών, εφ' όσον οι εκτοξευτήρες φυσιολογικώς συντηρούνται. Είναι πολύ χαρακτηριστικό το ότι ένας εκτοξευτήρας με βαλβίδα αποστραγγίσεως διαφέρει από το αδελφό μοντέλο το οποίο δεν έχει εγκατεστημένη βαλβίδα μόνο ως προς την βαλβίδα, ενώ οι όποιες ενδεχόμενες μικροδιαφοροποιήσεις στα τεχνικά χαρακτηριστικά λειτουργίας τους είναι συνήθως σχεδόν αμελητέες. Όπως φαίνεται και από την εικόνα ο αριστερός απλός εκτοξευτήρας διαθέτει ένα ανυψούμενο απλό στέλεχος το οποίον είναι κενό για να υποδέχεται το νερό το οποίο θα διοχετευθεί κατ’ ευθείαν προς το ακροφύσιο. Αντιθέτως, το δεξιό αδελφό του μοντέλο διαθέτει στη βάση του ανυψούμενου στελέχους του ένα εξάρτημα με ειδική ελαστική ύλη η οποία όταν το στέλεχος δεν είναι ανυψωμένο φράσσει την οπή του σώματος του εκτοξευτήρος από όπου μπορεί να διέλθει το νερό και το εγκλωβίζει ή το περιορίζει υπό προϋποθέσεις εντός των σωληνώσεων. Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται η αποφυγή σχηματισμού λιμναζόντων υδάτων εξ αιτίας υψομετρικών διαφορών ή τουλάχιστον επιτυγχάνουμε τον περιορισμό τους.
Τέλος, αξίζει να επισημάνουμε ότι εάν κάποιος θελήσει να δημιουργήσει ένα αρδευτικό δίκτυο με αξιόπιστη λειτουργία για πάρα πολλά έτη, καλό θα ήταν να προτιμήσει τέτοια προϊόντα, αφού η διαφορά στο κόστος δεν θα είναι αξιοσημείωτα μεγάλη, αλλά η διαφορά στην απόδοση του δικτύου μπορεί να είναι έως και εντυπωσιακή χωρίς να υπάρχει άγχος για πρόσθετη συντήρηση ή ανταλλακτικά. Επίσης, η ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ εκτιμάει ότι επιβάλλεται να χρησιμοποιούνται τέτοιες βαλβίδες όπου υπάρχουν εγκατεστημένοι εκτοξευτήρες του αρδευτικού δικτύου σε υψομετρικώς χαμηλότερα σημεία.
2009 έως σήμερα ©ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, Πρωτότυπες Κηποτεχνικές Διαμορφώσεις Ιδιωτικών Και Ιδιόχρηστων Κήπων