Διά μυκητολογικές ασθένειες κηπευτικών, όπως η φαιά σήψη ή βοτρύτης Botrytis cinerea στα κηπευτικά, αυτό το κείμενο από τα άρθρα κηποτεχνίας και τα άρθρα κήπου διά την κατασκευή και συντήρηση κήπων, την αρχιτεκτονική κήπων, τη διαμόρφωση κήπου ή το αυτόματο πότισμα κήπου, προσδιορίζει σχετικές κηπουρικές εργασίες ή συμβουλές κηπουρικής. Όπως ισχύει διά τα υπόλοιπα κείμενα ή τα ΑΡΘΡΑ ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, έτσι και το παρόν άρθρο τελεί αυστηρώς υπό το καθεστώς νομικής προστασίας βάσει συμβολαιογραφικής πράξεως και σύννομων τεχνολογικών μέτρων προστασίας και διατάξεων ευρωπαϊκών Οδηγιών, νομικής βάσεως και του Νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας, συγγενικών δικαιωμάτων και πολιτιστικών θεμάτων μετά των σχετικών νεωτέρων τροποποιήσεων αυτού (Ν. 2121/93, άρ. 66Α), καθώς προσδιορίζεται εις τους όρους χρήσεως του ΙΣΤΟΤΟΠΟΥ της ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ.
Δεν είναι λίγες οι φορές κατά τις οποίες αρκετές φίλες ή φίλοι της ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, που καλλιεργούν με ανυπομονησία τα κηπευτικά στον ιδιωτικό ή ιδιόχρηστο κήπο τους, έρχονται αντιμέτωποι με ένα ιδιαιτέρως δυσάρεστο φαινόμενο. Συγκεκριμένα, κατά αυτές τις περιπτώσεις, διάφορα από τα προαναφερθέντα φυτά ή οι καρποί τους μοιάζουν να σαπίζουν εμφανίζοντας σταδιακώς όλο και περισσότερες ευδιάκριτες περιοχές με κηλίδες φαιάς αποχρώσεως. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο αντιαισθητικής χροιάς, αλλά κυρίως άπτεται δυσλειτουργιών στην υγεία των φυτικών οργανισμών οι οποίοι υποφέρουν εκ της προσβολής ενός πολύ ενοχλητικού φυτοπαθογόνου μικροοργανισμού. Η δράση του στα κηπευτικά επιδράει δυσμενώς στη διαμόρφωση τόσο των ποιοτικών, όσο και ποσοτικών χαρακτηριστικών της παραγωγής καρπών που αναμένουμε να συλλέξουμε όταν ωριμάσουν. Αυτός ο μικροοργανισμός δεν είναι άλλος από την ατελή μορφή του μύκητα με το όνομα "βοτρύτης" και συγκεκριμένα το είδος "Botrytis cinerea", ενώ η ασθένεια που προκαλεί φέρει το όνομα του μύκητα. Η ονομασία του συνδέεται με την ελληνική γλώσσα λόγω της συχνής εκδηλώσεως αντιστοίχου ασθενείας με παρόμοια συμπτώματα στα σχηματιζόμενα τσαμπιά με τα σταφύλια, αφού ως γνωστό το τσαμπί κανονικώς ονομάζεται "βότρυς", ενώ ταυτοχρόνως οι κονιδιοφόροι του, που είναι ειδικές δομές του μύκητα, μοιάζουν επίσης με μικροσκοπικό βότρυ.
Ο εν λόγω μύκητας είναι ένας ιδιαιτέρως ενοχλητικός φυτοπαθογόνος οργανισμός διότι ευθύνεται για πραγματικώς σημαντικές απώλειες στην παραγωγή των καρπών, που περιμένουμε να συλλέξουμε μετά από αρκετό καιρό καλλιεργητικής φροντίδας, αλλά μπορεί να ζημιώσει και τους καρπούς τους οποίους μαζέψαμε και διατηρούμε μακριά από τα φυτά, ακόμα και μέσα στο σπίτι. Οι ιδανικές καταστάσεις οι οποίες ευνοούν τη μεγιστοποίηση του ρυθμού της επεκτάσεως των αποικιών του και της δράσεώς του προσδιορίζονται από συνθήκες πολύ υψηλής σχετικής ατμοσφαιρικής υγρασίας ή συνθήκες όπου υπάρχει άφθονο νερό στα κηπευτικά ή εδαφοκλιματικές συνθήκες κατά τις οποίες επιτυγχάνεται ταχέως μεταβαλλόμενη σχετική ατμοσφαιρική υγρασία κατά τη διάρκεια του εικοσιτετραώρου, όπως συμβαίνει για παράδειγμα όταν εκδηλώνονται βροχές, ομίχλες ή όταν διενεργείται υπερβολικό πότισμα. Ταυτοχρόνως, οι αέριες μάζες και θερμοκρασίες περιβάλλοντος περίπου μεταξύ δεκαοκτώ και είκοσι δύο βαθμών της κλίμακος Κελσίου συνεπικουρούν στην ταχύτατη δραστηριοποίηση και στον πολλαπλασιασμό του μέσω της βλαστήσεως των ειδικών σχηματισμών του με το όνομα "κονίδια". Βεβαίως, αυτό δεν σημαίνει ότι υπό άλλων συνθηκών ο βοτρύτης είναι ανενεργός, αλλά όσο επέρχονται ξηροθερμικές συνθήκες ή χαμηλές θερμοκρασίες, τόσο πιο πολύ αδρανοποιείται.
Ο βοτρύτης είναι ικανός να επιτεθεί σε όλα τα υπέργεια τμήματα των κηπευτικών που καλλιεργούμε στον κήπο. Μπορεί να προσβάλλει έναν υγιή φυτικό ιστό και να τον καταστρέψει με ενζυματική λύση των κυττάρων του, οπότε αποκτά πρόσβαση στο εσωτερικό του φυτού ή μπορεί να βρει δίοδο μέσω από τραύματα ή προϋπάρχουσες σήψεις. Ακόμα και οι τομές των κλαδεμένων τμημάτων ή οι μικροσκοπικές πληγές οι οποίες προκλήθηκαν από άλλα παράσιτα σε οποιοδήποτε υπέργειο μέρος του φυτού, μπορούν πολύ εύκολα να γίνουν πύλες εισόδου του βοτρύτη. Δεν ενδιαφέρεται για την ηλικία του κηπευτικού, αλλά κατά κανόνα τα φυτάρια είναι πιο ευπαθή και ευαίσθητα. Χρειάζεται να επισημάνουμε το ότι στα υπέργεια τμήματα των κηπευτικών η αρχική ορατή εκδήλωση του παρασιτισμού πιστοποιείται με την ανάπτυξη υδαρών φαιοπράσινων κηλίδων οι οποίες μεταχρωματίζονται σε καστανόξανθες. Τα προσβεβλημένα τμήματα μαλακώνουν, ενώ οι κηλίδες σταδιακώς επεκτείνονται και καλύπτονται από ένα επιχρισματικό στρώμα με φαιά μούχλα η οποία πιστοποιεί την επέλαση του παρασίτου. Στο τέλος, επέρχεται η σήψη, αλλά και η ξήρανση του φυτικού τμήματος άνωθεν της προσβολής. Αυτή η κατάληξη δεν ισοδυναμεί με παύση της δραστηριότητος του βοτρύτη, που είναι ικανός να μεταναστεύσει ή να διαχειμάσει για να δράσει πάλι στο μέλλον.
Τα ξηραμένα τμήματα ή όσα έχουν αποκοπεί και τελούν υπό καθεστώτος αποσυνθέσεως επί του εδάφους εξασφαλίζουν την επιβίωση του μύκητα για αυτό πρέπει να απομακρύνονται ή καλύτερα να καίγονται ώστε να καταστρέφονται ολοσχερώς οι όποιες υπάρχουσες μυκηλιακές δομές που βρίσκονται στους νεκρούς φυτικούς ιστούς. Επιπροσθέτως, η μακρόχρονη επιβίωση και διαχείμασή του εξασφαλίζεται με εκπληκτική επιτυχία κυρίως χάρις εις τις πολύ ανθεκτικές δομές του βοτρύτη οι οποίες λέγονται "σκληρώτια" και είναι ικανές στο μέλλον να μετεξελιχθούν στην τέλεια μορφή του η οποία φέρει το όνομα "Botryotinia fuckeliana". Ειδικώς τους ξηροθερμικούς θερινούς μήνες λόγω κλιματολογικών συνθηκών δεν είναι σύνηθες φαινόμενο να παρατηρούνται συχνές προσβολές από βοτρύτη σε κηπευτικά που υπάρχουν στους ελληνικούς κήπους, αρκεί η καλλιέργειά τους να διεξάγεται τηρώντας τους φυσιολογικούς κανόνες υγιεινής των φυτών. Αντιθέτως, κατά την άνοιξη και από τα μέσα ή προς τα τέλη του μηνός Αυγούστου αρχίζουν να επανεμφανίζονται τέτοια φαινόμενα με την άνοδο της σχετικής υγρασίας και της διαμορφώσεως του εύρους της θερμοκρασίας περιβάλλοντος σε πιο φιλικές τιμές για την ευημερία του βοτρύτη.
Στον ιδιωτικό και ιδιόχρηστο ελληνικό κήπο ο βοτρύτης αντιμετωπίζεται με προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα. Συγκεκριμένα, οι αζωτούχες λιπάνσεις πρέπει να είναι ορθολογικές, ενώ τα φυτά δεν πρέπει να υφίστανται καταπονήσεις από έλλειψη νερού ή τροφής. Ομοίως, το πότισμα η ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ προτείνει προς τις φίλες και τους φίλους της να γίνεται με σταλάκτες καλύτερα κατά τις πρωινές ώρες ή εάν υπάρχει σχετική ανάγκη να διεξάγεται όταν έχει περιοριστεί η ηλιοφάνεια κατά το απόγευμα. Ομοίως, συνιστάται ή φύτευση των κηπευτικών να μην είναι πυκνή. Εξυπακούεται ότι τα κηπευτικά δεν πρέπει να τραυματίζονται χωρίς λόγο και όλα τα ξηρά ή προσβεβλημένα μέρη καλό θα ήταν να απομακρύνονται. Εάν παρ' όλα ταύτα επισημανθούν προσβολές από βοτρύτη χρειάζεται αμέσως να επέμβουμε προσεκτικώς με εγκεκριμένα βοτρυδιοκτόνα και να επαναλαμβάνουμε τις επεμβάσεις με βάση το χρόνο δραστικότητος των μυκητοκτόνων. Εφ' όσον απαιτούνται πολλαπλές εφαρμογές των φυτοφαρμάκων, θα ήταν ιδανικό να γίνεται προσπάθεια ώστε κατά το δυνατό να χρησιμοποιούνται διαφορετικά φάρμακα κάθε φορά με σκοπό να μην αναπτύξει ο μύκητας ανοχή ή αντοχή σε κάποια συγκεκριμένη δραστική ουσία.
2009 έως σήμερα ©ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, Πρωτότυπες Κηποτεχνικές Διαμορφώσεις Ιδιωτικών Και Ιδιόχρηστων Κήπων