Διά ελαιόλαδο και ποιότητα ελαιολάδου φαγητού, αυτό το κείμενο από τα άρθρα κηποτεχνίας και τα άρθρα κήπου διά την κατασκευή και συντήρηση κήπων, την αρχιτεκτονική κήπων, τη διαμόρφωση κήπου ή το αυτόματο πότισμα κήπου, προσδιορίζει σχετικές κηπουρικές εργασίες ή συμβουλές κηπουρικής. Όπως ισχύει διά τα υπόλοιπα κείμενα ή τα ΑΡΘΡΑ ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, έτσι και το παρόν άρθρο τελεί αυστηρώς υπό το καθεστώς νομικής προστασίας βάσει συμβολαιογραφικής πράξεως και σύννομων τεχνολογικών μέτρων προστασίας και διατάξεων ευρωπαϊκών Οδηγιών, νομικής βάσεως και του Νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας, συγγενικών δικαιωμάτων και πολιτιστικών θεμάτων μετά των σχετικών νεωτέρων τροποποιήσεων αυτού (Ν. 2121/93, άρ. 66Α), καθώς προσδιορίζεται εις τους όρους χρήσεως του ΙΣΤΟΤΟΠΟΥ της ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ.
Αρκετά συχνά οι ιδιωτικοί και ιδιόχρηστοι ελληνικοί κήποι, όπως μπορεί να συμβαίνει σε αντίστοιχους κήπους στην παραμεσόγεια περιοχή, φιλοξενούν από ολίγα έως αρκετά ελαιόδεντρα. Ειδικώς για τους Έλληνες η ελιά θεωρείται ευλογημένο, ίσως ιερό φυτό το οποίο έχει συνδυάσει την παρουσία του με πάρα πολλές και σημαντικές κοινωνικές εκδηλώσεις, ενώ η ιστορική αξία του είναι ξεχωριστή για τη ζωή και οικονομία των ανθρώπων. Αυτό το οποίο κάνει ξεχωριστό το ελαιόδεντρο είναι κυρίως οι ωφέλιμοι καρποί του οι οποίοι μπορούν να θρέψουν τον άνθρωπο με πολλούς τρόπους. Ένας από αυτούς γίνεται με το ελαιόλαδο το οποίο προέρχεται από τον καρπό ελιάς για να χρησιμοποιηθεί στο λάδι φαγητού, αλλά και με άλλους τρόπους οι οποίοι συνδέονται με άλλες εκφάνσεις της ζωής, όπως είναι για παράδειγμα ο καλλωπισμός. Η Ελλάδα έχει την εκπληκτική πολυτέλεια να διαθέτει τις ιδανικές εδαφοκλιματικές συνθήκες οι οποίες ευνοούν την ανάπτυξη εύρωστων ελαιοδέντρων που παράγουν εξαιρετικούς καρπούς. Από αυτούς μπορεί να προκύψει λάδι με άριστα χαρακτηριστικά γνωρίσματα και ικανό να ωφελήσει με τα θρεπτικά συστατικά του τον υγιή άνθρωπο, αρκεί να φυλάσσεται σε ειδικά δοχεία χωρίς να εκτίθεται στο φως, τις υψηλές θερμοκρασίες και το περιβάλλον, διαφορετικά αλλοιώνονται τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του. Εξ άλλου δεν είναι τυχαίο το ότι το ελληνικό ελαιόλαδο έχει συνδεθεί αρρήκτως με την εξαιρετική ελληνική μεσογειακή διατροφή.
Αυτό που απασχολεί πάρα πολλούς καταναλωτές του ελαιολάδου έιναι το να διακρίνουν τα ποιοτικά γνωρίσματά του. Έτσι, αυτό το οποίο οφείλει να γνωρίζει ένας καταναλωτής είναι το γεγονός ότι η ποιότητα ελαιολάδου εξαρτάται από ορισμένα στοιχεία τα οποία κατατάσσουν αυτό το λάδι φαγητού σε διάφορες κατηγορίες. Τα πιο σημαντικά από αυτά τα στοιχεία είναι: α΄) Η οξύτητα ελαιολάδου, που είναι πιθανώς το βασικότερο γνώρισμα του λαδιού και προσδιορίζει το ότι εάν είναι κάτω του 3,3% μπορεί να καταναλωθεί στο σπίτι κατά το φαγητό, ενώ άνω αυτού του ορίου είναι για βιομηχανική χρήση, β΄) Η οξείδωση ελαιολάδου η οποία μετράται με διάφορες τεχνικές, γ΄) Το χρώμα ελαιολάδου το οποίο καθορίζεται από διάφορες χρωστικές, όπως είναι για παράδειγμα οι καροτίνες, και δ΄) Τα οργανοληπτικά γνωρίσματα ελαιολάδου, που προσδίδουν στο λάδι φαγητού τη γεύση και ωφελιμότητά του και οφείλονται κυρίως στα πτητικά συστατικά του, στα λιπαρά οξέα (πχ το ελαϊκό οξύ) ή στις πολυφαινόλες. Η οργανοληπτική αξία βαθμολογείται σε μία κλίμακα από το μηδέν (0) έως το εννέα (9) όπου υποδηλώνεται το άριστο.
Με βάση την κατάταξή του το ελαιόλαδο χαρακτηρίζεται από καθορισμένες προσδιοριστικές ποιοτικές ονομασίες. Έτσι, λοιπόν, το συγκεκριμένο λάδι διακρίνεται σε:
I) ΠΑΡΘΕΝΟ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ. Είναι το λάδι που παράγεται από τον καρπό του δένδρου της ελαίας μόνο με φυσικές μεθόδους υπό ειδικές συνθήκες κυρίως θερμοκρασίας χωρίς να αλλοιώνεται η ποιοτική ταυτότητά του. Μείγματα με άλλα λάδια δεν επιτρέπονται. Τα παρθένα ελαιόλαδα είναι τα λάδια φαγητού που ενδιαφέρουν περισσότερο τα νοικοκυριά λόγω της συχνής χρήσης τους και διακρίνονται σε κάποιες υποκατηγορίες τις οποίες πρέπει να γνωρίζει ο καταναλωτής. Συγκεκριμένα αυτές είναι: α΄) ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ή ΕΞΤΡΑ το οποίο είναι το καλύτερο ελαιόλαδο με οξύτητα κάτω του 1% και βαθμολόγηση οργανοληπτικής αξίας άνω των 6,5 μονάδων, β΄) ΕΚΛΕΚΤΟ ή ΦΙΝΟ ή απλώς ΠΑΡΘΕΝΟ του οποίου η οξύτητα δεν υπερβαίνει το 1,5% και η βαθμολόγηση της οργανοληπτικής αξίας του δεν είναι κατώτερη από 5,5 μονάδες, γ΄) ΚΑΝΟΝΙΚΟ ή ΚΟΙΝΟ ή ΚΟΥΡΑΝΤΕ με οξύτητα κάτω του 3,3% και βαθμολόγηση οργανοληπτικής αξίας όχι κάτω από 3,5 μονάδες, και δ΄) ΜΕΙΟΝΕΚΤΙΚΟ ή ΛΑΜΠΑΝΤΕ το οποίο προορίζεται για βιομηχανική χρήση ή ραφινάρισμα διότι διαθέτει οξύτητα άνω του 3,3% και βαθμολόγηση οργανοληπτικής αξίας κάτω των 3,5 μονάδων.
II) ΕΞΕΥΓΕΝΙΣΜΕΝΟ ή ΡΑΦΙΝΑΡΙΣΜΕΝΟ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ. Προέρχεται από ραφινάρισμα, δηλαδή εξευγενισμό του ελαιολάδου λαμπάντε και διαθέτει οξύτητα κάτω του 0,5%.
III) ΚΟΥΠΕ ή ΑΓΝΟ ή ΡΙΒΙΕΡΑ ή απλώς ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ. Δημιουργείται από την ανάμειξη ραφιναρισμένου ελαιολάδου και παρθένου ελαιολάδου με εξαίρεση το λαμπάντε. Η οξύτητά του είναι κάτω του 1,5%.
IV) ΠΥΡΗΝΕΛΑΙΟ. Είναι λάδι που εξάγεται από τον ελαιοπυρήνα της ελαίας με ειδικούς διαλύτες. Ο ελαιοπυρήνας είναι το στερεό κατάλοιπο που απομένει όταν από τον καρπό της ελαίας αφαιρεθεί το ελαιόλαδο. Όταν παραχθεί το πυρηνέλαιο παραμένει ένα τελικό κατάλοιπο το οποίο λέγεται πυρηνόξυλο. Το τελευταίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν πρώτη ύλη καυσίμου ή σαν χρήσιμο εδαφοβελτιωτικό. Το πυρηνέλαιο μπορεί να υποστεί περαιτέρω επεξεργασία και ανάμειξη με άλλα έλαια και έτσι να διακριθεί σε περισσότερες υποκατηγορίες.
Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε το ότι υπάρχει και ΒΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ, που υποτίθεται πως είναι οικολογικό και παράγεται φυσικά χωρίς τη χρήση χημικών λιπασμάτων ή φυτοφαρμάκων στα δένδρα της ελαίας. Αυτό το κάνει να πλεονεκτεί ακόμα και έναντι του εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου.
2009 έως σήμερα ©ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, Πρωτότυπες Κηποτεχνικές Διαμορφώσεις Ιδιωτικών Και Ιδιόχρηστων Κήπων