Διά ζωική κοπριά, τη λίπανση φυτών και τη βελτίωση εδάφους με οργανικά λιπάσματα, αυτό το κείμενο από τα άρθρα κηποτεχνίας και τα άρθρα κήπου διά την κατασκευή και συντήρηση κήπων, την αρχιτεκτονική κήπων, τη διαμόρφωση κήπου ή το αυτόματο πότισμα κήπου, προσδιορίζει σχετικές κηπουρικές εργασίες ή συμβουλές κηπουρικής. Όπως ισχύει διά τα υπόλοιπα κείμενα ή τα ΑΡΘΡΑ ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, έτσι και το παρόν άρθρο τελεί αυστηρώς υπό το καθεστώς νομικής προστασίας βάσει συμβολαιογραφικής πράξεως και σύννομων τεχνολογικών μέτρων προστασίας και διατάξεων ευρωπαϊκών Οδηγιών, νομικής βάσεως και του Νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας, συγγενικών δικαιωμάτων και πολιτιστικών θεμάτων μετά των σχετικών νεωτέρων τροποποιήσεων αυτού (Ν. 2121/93, άρ. 66Α), καθώς προσδιορίζεται εις τους όρους χρήσεως του ΙΣΤΟΤΟΠΟΥ της ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ.
Πάρα πολύ συχνά αρκετοί ιδιοκτήτες ιδιωτικών και ιδιόχρηστων κήπων επιχειρούν να εμπλουτίζουν το έδαφος του χώρου πρασίνου με τη βοήθεια διαφόρων οργανικών υλικών. Υπάρχουν ποικίλα τέτοια υλικά, αλλά κατά πάσα πιθανότητα αυτό με την πιο διαδεδομένη χρήση είναι η ζωική κοπριά. Εξ άλλου η φυσική κοπριά ζώων ανέκαθεν υπήρξε ένα από τα βασικότερα οργανικά λιπάσματα στην υπηρεσία του επαγγελματία ή του ερασιτέχνη καλλιεργητή. Από την αρχαιότητα έως σήμερα αυτή η κοπριά χρησιμοποιείται τόσο σαν λιπαντική ύλη για την υποστήριξη των θρεπτικών αναγκών των φυτών, όσο και σαν υλικό για την βελτίωση των ποιοτικών χαρακτηριστικών του εδάφους. Τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε άλλα μέρη του πλανήτη μας, ακόμα και κατά τη σύγχρονη εποχή, συλλέγονται και επεξεργάζονται τα βιολογικώς απόβλητα απεκκρίματα συνήθως των παραγωγικών ζώων με σκοπό να χρησιμοποιηθούν υπό τη μορφή οργανικών λιπασμάτων για τα φυτά και τη φυσική βελτίωση χωμάτων.
Όταν αναφερόμαστε στην ζωικής προελεύσεως κοπριά εννοούμε τα υπό φυσική αποσύνθεση μείγματα που δημιουργούνται από: α΄) Τα φυσιολογικώς δημιουργημένα απορρίμματα του μεταβολισμού κυρίως της τροφής των υγιών ζώων και πτηνών, που είναι τα ούρα και τα περιττώματα, β΄) Τα διάφορα αποσυντεθημένα υλικά της κλινοστρωμνής και θροφής αυτών των ζώων, όπως για παράδειγμα είναι τα άχυρα, γ΄) Τις μικρές ποσότητες χωμάτινης ύλης, δ΄) Τις μικρές ποσότητες του φυσιολογικώς αποβληθέντος τριχώματος των συγκεκριμένων ζώων το οποίο συνήθως πραγματοποιείται στον τόπο δραστηριότητός τους, ε΄) Την ελαχίστη υγρασία, ώστε η κοπριά να μην μοιάζει τουλάχιστον με λασπόχωμα και ς΄) Τα πιθανώς υπολείμματα ήδη αποσυντεθειμένων πτωμάτων κάποιων θαλασσοπτηνών όταν η κοπριά προέρχεται από νυκτερίδες ή κυρίως θαλάσσια πτηνά. Η ζωική κοπριά, λοιπόν, μπορεί να προέρχεται από διάφορα ζώα και πτηνά όπως για παράδειγμα είναι οι αγελάδες, οι αίγες, οι ίπποι, τα πρόβατα, οι νυκτερίδες, οι όρνιθες, τα περιστέρια ή οι χοίροι. Επίσης, ιδιαιτέρως αξιόλογη κοπριά είναι αυτή η οποία προέρχεται από τους γεωσκώληκες. Όπως είναι ευνόητο, συνήθως οι άνθρωποι μέχρι και κατά το πρόσφατο παρελθόν χρησιμοποιούσαν τέτοια ζωικής προελεύσεως υλικά από ζώα ή πτηνά στα οποία είχαν πιο εύκολη ή άμεσο πρόσβαση λόγω του αγροτικού τρόπου ζωής τους.
Πρέπει να διευκρινισθεί ότι η ζωική κοπριά είναι ένα οργανικό μείγμα στου οποίου τη σύσταση αξιόλογο ρόλο διαδραματίζει βεβαίως ο άνθραξ. Αυτό το μείγμα υπόκειται σε διαδικασίες τις οποίες προσδιορίζει η φυσική αποσύνθεση με τη συμμετοχή κυρίως μικροοργανισμών. Η σύσταση της ζωικής κοπριάς χαρακτηρίζεται επιπροσθέτως εκ της παρουσίας χημικών ενώσεων οι οποίες εμπεριέχουν διάφορες ποσότητες κύριων στοιχείων, όπως είναι το άζωτο, αλλά και ιχνοστοιχείων. Βεβαίως, οι ζωικές κοπριές οι οποίες προέρχονται από διαφορετικά έμβια όντα δεν έχουν τα ίδια ποιοτικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα επειδή αυτά διαμορφώνονται από παράγοντες οι οποίοι σχετίζονται με το είδος των ζώων τα οποία συμβάλλουν με τα περιττώματά τους στη σύνθεση της κοπριάς, τις διατροφικές τους συνήθειες, την αναλογία των υλικών τα οποία συνιστούν το μείγμα της κοπριάς, καθώς και την έκθεση της ζωικής κοπριάς στις συνθήκες του περιβάλλοντος με σκοπό να αποσυντεθεί, αφού για παράδειγμα επηρεάζεται εκ της επιδράσεως της ηλιακής ακτινοβολίας, της θερμοκρασίας περιβάλλοντος, της υγρασίας ή της χρονικής διαρκείας της εκθέσεως.
Αρκετές φορές οι φίλες και οι φίλοι της ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ μας ρωτάτε σχετικώς με το ποια ζωική κοπριά είναι η καλύτερη. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν είναι τόσο απλή διότι η ωφέλεια της ζωικής κοπριάς πρέπει να συνδυάζεται με τις μελλοντικές καλλιεργητικές ανάγκες μας. Επιπλέον, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι με τα άρθρα της η ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ απευθύνεται όχι προς τις παραγωγικές μονάδες, αλλά προς τους κατόχους ιδιωτικών και ιδιόχρηστων κήπων οι οποίοι δεν έχουν απεριόριστη πολυτέλεια ή ευχέρεια τόσο όσον αφορά στην καλλιεργητική άνεση, όσο και στην αισθητική υποβάθμιση του χώρου πρασίνου κατά την διάρκεια χρήσεως της κοπριάς. Εκτιμούμε ότι στην Ελλάδα για τους χώρους πρασίνου υπάρχει μεγαλύτερη δυνατότητα ή ευχέρεια χρησιμοποιήσεως ζωικής κοπριάς προερχομένης από αιγοπρόβατα. Η τελευταία έχει το πλεονέκτημα της σχετικώς γρήγορης αποσυνθέσεως εντός του εδάφους, διαθέτει φυσικά οργανικά υλικά προς αποσύνθεση, δεν περιέχει επικίνδυνα μεγάλες ποσοστιαίες αναλογίες των κύριων χημικών στοιχείων και ιχνοστοιχείων τα οποία θα αξιοποιήσουν τα φυτά, περιέχει σχετικώς λίγους σπόρους ζιζανίων προς μεταφορά στο εδαφικό υπόστρωμα και η οσμή της δεν είναι ιδιαιτέρως έντονη όταν είναι έτοιμη προς χρήση, δηλαδή "χωνεμένη" ή "σβησμένη". Σε αυτό το σημείο καλό θα ήταν να επισημανθεί ότι πάρα πολλή σημαντική είναι η αξία της πανάρχαιας ζωικής κόπρου η οποία προέρχεται από τα σπήλαια των νυκτερίδων. Η τελευταία έχει γίνει γνωστή στο καταναλωτικό κοινό υπό του όρου "γκουανό νυκτερίδων", αλλά το πραγματικό γκουανό είναι δυσεύρετο και πάρα πολύ ακριβό σήμερα, αφού λόγω της συστάσεώς του, καθώς και του τρόπου με τον οποίον αξιοποιείται εκ των φυτών, αξιολογείται ως ενός εκ των καλυτέρων λιπαντικών μειγμάτων που δημιούργησε η Μητέρα Φύση στον πλανήτη μας. Βεβαίως, υπάρχουν και άλλες κοπριές, όπως αυτές της αγελάδος, των ίππων ή των ορνίθων, αλλά θα συνιστούσαμε εν γένει να μην γίνεται εκτεταμένη ή αλόγιστη χρήση τους στους οικιακούς ή επαγγελματικούς κήπους αστικού ή περιαστικού περιβάλλοντος εξ αιτίας προβλημάτων τα οποία ενδέχεται να εμφανισθούν λόγω της αποσυνθέσεως, της οσμής, των εντόμων, των σπόρων ζιζανίων ή ακόμα και των μικροοργανισμών που περιέχουν. Εξ άλλου, οι μεγάλες συγκεντρωμένες ποσότητες κοπριάς δεν είναι σπάνιο να ευθύνονται ακόμα και για την πρόκληση προβλημάτων υγείας στον άνθρωπο, όπως είναι αναπνευστικές δυσφορίες ή αλλεργίες.
Καλό θα ήταν να ενημερώσουμε τις φίλες και τους φίλους μας ότι όταν αναφερόμαστε στη ζωική κοπριά με σκοπό να την αξιοποιήσουμε στον κήπο, τότε έχουμε στο μυαλό μας τη λεγόμενη "σβησμένη κοπριά" και όχι την φρέσκια. Η σβησμένη κόπρος πρέπει να μοιάζει με αποξηραμένο και εύθρυπτο χώμα, καθώς επίσης να χαρακτηρίζεται εκ της ελαχίστης παρουσίας υγρασίας. Η οσμή της δεν πρέπει να είναι έντονος, μα να θυμίζει βρεγμένο έδαφος ή μούχλα τοίχου από υγρασία. Με επίταση, όμως, προτείνουμε να αποφεύγεται τόσο το να την μυρίζουμε απ’ ευθείας, όσο και το να την αγγίζουμε με γυμνό δέρμα ή να εισχωρεί σκόνη της στα μάτια και τα μαλλιά μας. Επιλέγουμε σβησμένη κοπριά για το έδαφος διότι η αποσύνθεση η οποία έχει επέλθει: α') Συντελεί στον περιορισμό της εξαπλώσεως των διαφόρων φυτοπαθογόνων μικροοργανισμών τους οποίους περιέχει από φυσικού της ή ευνοεί με την παρουσία της, όπως είναι φυτοπαθογόνοι νηματώδεις, β΄) Συνεπικουρεί μακροχρονίως στην καλύτερη αξιοποίηση του αζώτου, όπως συμβαίνει από την ουρία, χωρίς να δημιουργούνται βαρείες τοξικότητες οι οποίες καταστρέφουν διάφορα αναγκαία ριζικά ινίδια, γ΄) Περιορίζει κατά το δυνατόν τη διασπορά επικίνδυνων ζιζανίων, δ΄) Προσελκύει ολιγότερα ενοχλητικά ζωύφια, όπως είναι κάποια σκαθάρια ή κατσαρίδες, και ε΄) Ενοχλεί πολύ ολιγότερο με πιθανές δυσοσμίες. Επίσης, με επίταση τονίζουμε ότι δεν πρέπει κάποιο άτομο να διανοηθεί να δημιουργήσει μόνο του ζωική κοπριά από τα περιττώματα ανθρώπων ή άλλων θηλαστικών με τον ίδιο τρόπο που παρασκευάζεται για παράδειγμα η κοπριά των αιγοπροβάτων, χωρίς προηγουμένως να γνωρίζει την καταλληλότητά τους, διότι ελλοχεύουν σοβαρότατοι κίνδυνοι για την δημόσια υγεία, όπως συμβαίνει με κάποια αιλουροειδή.
Το μεγάλο πλεονέκτημα της σωστής εφαρμογής της ζωικής κοπριάς δεν εστιάζεται απλώς και μόνο στα προσφερόμενα λιπαντικά στοιχεία τα οποία σε γενικές γραμμές δεν περιέχονται σε τόσο μεγάλες αναλογίες όσο θέλουν κάποιοι να πιστεύουν, με εξαίρεση το γκουανό των νυκτερίδων. Εξ άλλου οι οργανικές χημικές ενώσεις τις οποίες εμπεριέχουν πρέπει πρώτα να υποστούν φυσική επεξεργασία για να ανοργανοποιηθούν και αυτή η βραδύτης κατά το στάδιο της ανοργανοποιήσεως μπορεί να αποτελεί μεγάλο πλεονέκτημα διότι αποδεσμεύονται σταδιακώς τα απαραίτητα θρεπτικά στοιχεία. Πιθανώς, όμως, να έχει μεγαλύτερη σημασία το γεγονός ότι η ζωική κοπριά όταν χρησιμοποιείται υπό λελογισμένες συνθήκες ενεργοποιεί περαιτέρω τη φυσική και φυσιολογική δράση μικροοργανισμών εδάφους ή εμπεριέχει μεταξύ άλλων και μικροοργανισμούς οι οποίοι δρουν με απόλυτα φυσικό τρόπο στο έδαφος έχοντας σκοπό να συνεργάζονται με τους ήδη υπάρχοντες άλλους μικροοργανισμούς. Ταυτοχρόνως, προσφέρει το υπόστρωμα για να δραστηριοποιούνται και να αναπαράγονται περισσότεροι γεωσκώληκες. Το χώμα του εδάφους εμπλουτίζεται με φυσικό οργανικό υλικό το οποίου είναι απολύτως αναγκαίο για τα ελληνικά εδάφη τα οποία υστερούν σημαντικά σε οργανική ουσία και καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου του ενισχύεται η ποιότητα και ποσότητα της μικροχλωρίδος και μικροπανίδος, ώστε σε αγαστή συμβιωτική σύμπνοια τα δομικά συστατικά στοιχεία του μικροπεριβάλλοντος να ενισχύουν την παρουσία τους υποβοηθώντας την μακροχρόνια ή μόνιμη βελτίωση της ποιότητος του εδάφους τόσο από άποψη γονιμότητος, όσο και από άποψη μηχανικής δομής.
Όπως συμβαίνει σε όλες τις αγροτικές εργασίες, έτσι και ο κήπος μας προκειμένου να αξιοποιήσει τα πλεονεκτήματα της ζωικής κόπρου θα πρέπει αυτή να πραγματοποιείται όχι αυθαιρέτως, αλλά με σύνεση. Συνήθως πολλά σακιά κοπριάς αιγοπροβάτων που αγοράζονται από το εμπόριο δεν έχουν υποστεί την κατάλληλη επεξεργασία προς χρήσιν ειδικώς στον ιδιωτικό και ιδιόχρηστο κήπο και έτσι δεν είναι απαλλαγμένη από σπόρους ζιζανίων, παρασίτων, ούτε είναι καταλλήλως σβησμένη ή απολυμασμένη. Άλλες φορές δεν είναι σπάνιο τα σακιά παραγεμίζονται με άχυρα ή σανό διαθέτοντας εκνευριστικώς ελάχιστα αποσυντεθειμένα περιττώματα τα οποία ενδεχομένως να είναι αμφιβόλου προελεύσεως. Για αυτό, λοιπόν, χρειάζεται προσοχή κατά την αγορά ζωικής κοπριάς ή μπορούμε να αναζητούμε ειδικές συσκευασίες ζωικής κοπριάς οι οποίες προέρχονται από εξειδικευμένες παραγωγικές μονάδες όπου το σύνολο της κόπρου υφίσταται κατάλληλη επεξεργασία απολυμάνσεως και εμπλουτισμού προτού διοχετευθεί στην κηποτεχνική αγορά με αποτέλεσμα να γνωρίζουμε πάντοτε επακριβώς την δομική ποσοστιαία σύστασή της. Δυστυχώς, δεν είναι σωστό να διατυπώσουμε ένα γενικό κανόνα ώστε διαρκώς να προσδιορίζουμε τις αναλογίες εφαρμογής κοπριάς, αφού κάτι τέτοιο εξαρτάται από παράγοντες οι οποίοι καθορίζονται εκ των αναγκών του κήπου και της ποιότητος της κόπρου. Μπορούμε, όμως, να επισημάνουμε ότι η χορήγηση της κοπριάς δεν πρέπει να γίνεται όταν επικρατούν ακραία καιρικά φαινόμενα και ιδίως ζέστη ή έντονες βροχοπτώσεις διότι τα συστατικά της ζωικής κοπριάς μπορούν να παρασυρθούν προς τα βαθύτερα στρώματα του εδάφους και να αχρηστευτούν ή μπορεί να δημιουργηθούν πτητικές ενώσεις και να κάψουν τα φυτά μας ή να προκαλέσουν τοξικότητες στη φυλλική επιφάνεια. Ομοίως, δεν πρέπει να απλώνεται κοπριά πλησίον του κορμού ή του κεντρικού βλαστού ώστε να εφάπτεται αυτών. Τέλος, δεν πρέπει να απλώνεται η κοπριά στην επιφάνεια του εδάφους και κατόπιν να εγκαταλείπεται, διότι χρειάζεται οπωσδήποτε αναμόχλευση με το χώμα, αλλιώς αχρηστεύεται ταχύτατα κατά την εκδήλωση ποικίλων φαινομένων, όπως είναι η οξείδωση ή η φωτόλυση. Για αυτό όταν απλώσουμε κοπριά επάνω στο χώμα, τότε προτού φυτεύσουμε χρειάζεται να αναμοχλεύσουμε, δηλαδή να φρεζάρουμε και στη συνέχεια να διαβρέχουμε την περιοχή για περίπου ένα δεκαπενθήμερο.
Σε γενικές γραμμές η ζωική κόπρος είναι μία καλή λύση για κάποιο άτομο το οποίο θέλει να επιτύχει μία πιο φυσική βελτίωση του εδάφους, αλλά δεν είναι πανάκεια. Χρειάζεται σύνεση και όχι αυθορμητισμός κατά την χρήση της ειδικώς στα βαριά αργιλοπηλώδη ελληνικά εδάφη κήπων όπου μπορεί με μεγάλη ευκολία να δημιουργήσει φαινόμενα επικίνδυνης αλατότητος ακριβώς όπως και τα χημικά λιπάσματα. Ούτε πρέπει να παρασυρόμαστε από την υποκριτική λαγνεία της υποτιθέμενης βιολογικής καλλιέργειας χωρίς να γνωρίζουμε πρωτίστως τις ανάγκες του εδάφους στον κήπο μας, καθώς και τον περιβάλλοντα χώρο αυτού σε συνδυασμό με τις επικρατούσες κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής του. Η ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ υποστηρίζει ότι πάσα χρήση κατάλληλου και εγκεκριμένου υλικού στον κήπο πρέπει να είναι λελογισμένη και να γίνεται με γνώση διαφορετικώς είναι ενδεχομένως εις θέσιν να οδηγήσει μακροχρονίως σε δυσεπίλυτα προβλήματα.
2009 έως σήμερα ©ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, Πρωτότυπες Κηποτεχνικές Διαμορφώσεις Ιδιωτικών Και Ιδιόχρηστων Κήπων