Διά σύριγγα Πανός και τη μουσική με φυτά ή τα μουσικά όργανα, όπου εντοπίζεται η καλαμιά, ο Πάνας, η Σύριγξ και ο Λάδωνας, αυτό το κείμενο από τα άρθρα κηποτεχνίας και τα άρθρα κήπου διά την κατασκευή και συντήρηση κήπων, την αρχιτεκτονική κήπων, τη διαμόρφωση κήπου ή το αυτόματο πότισμα κήπου, προσδιορίζει σχετικές κηπουρικές εργασίες ή συμβουλές κηπουρικής. Όπως ισχύει διά τα υπόλοιπα κείμενα ή τα ΑΡΘΡΑ ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, έτσι και το παρόν άρθρο τελεί αυστηρώς υπό το καθεστώς νομικής προστασίας βάσει συμβολαιογραφικής πράξεως και σύννομων τεχνολογικών μέτρων προστασίας και διατάξεων ευρωπαϊκών Οδηγιών, νομικής βάσεως και του Νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας, συγγενικών δικαιωμάτων και πολιτιστικών θεμάτων μετά των σχετικών νεωτέρων τροποποιήσεων αυτού (Ν. 2121/93, άρ. 66Α), καθώς προσδιορίζεται εις τους όρους χρήσεως του ΙΣΤΟΤΟΠΟΥ της ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ.
Οι περισσότερες φίλες και φίλοι της ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ έχουν διαβάσει ή παρατηρήσει σε εικόνες όπου αναπαρίσταται ο Πάνας να χρησιμοποιεί με το στόμα του ένα μουσικό όργανο το οποίο σχηματίζεται από ενωμένους και ανισομήκεις κυλίνδρους φτιαγμένους από το φυτό της καλαμιάς. Αυτό το όργανο είναι ίδιο με εκείνο το οποίο χρησιμοποιούσαν κυρίως στο παρελθόν διάφοροι ποιμένες ιδιαιτέρως στην περιοχή της ανατολικής Πελοποννήσου και δεν είναι άλλο από τη σύριγγα Πανός ή αυλό Πανός. Μαζί με τη φλογέρα αποτελούσαν σήματα κατατεθέντα της βουκολικής ζωής. Η σύριγγα Πανός παράγει έναν εύηχο συνδυασμό από απαλούς, χαρακτηριστικούς διαπεραστικούς ήχους οι οποίοι συντροφεύουν τους βοσκούς και αντηχούν στους ορεινούς όγκους των βουνών.
Η εικόνα της σύριγγας είναι άρρηκτα δεμένη με τον Πάνα. Όμως, το πώς κατέληξε ο Παν ή Πάνας να έχει στην κατοχή του αυτό το θαυμάσιο μουσικό όργανο φυτικής προελεύσεως, να συνθέτει εκπληκτικές μελωδίες τραγουδώντας με μοναδική δεινότητα και να το καθιερώσει στην ελληνική ποιμενική ζωή είναι ένα θέμα το οποίο διαπραγματεύεται η ελληνική μυθολογία.
Έτσι, λοιπόν, με βάση την ελληνική μυθολογία και όπως γνωρίζουν οι φίλες η οι φίλοι της ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, ο Πάνας ήταν μία δασική θεότητα με περίεργα, δύσμορφα εμφανισιακά χαρακτηριστικά γνωρίσματα, αλλά με έντονα παιχνιδιάρικη και πρόσχαρη διάθεση. Συνεχώς διασκέδαζε ή κυνηγούσε τις πανέμορφες νύμφες χωρίς να ενδιαφέρεται ιδιαιτέρως για ευγένειες ή ηθικές αναστολές. Κάποτε, θέλησε να βρει κάποια από αυτές προκειμένου να παντρευτεί, αλλά τραγοπόδαρος και κερασφόρος καθώς ήταν καμμία δεν επιθυμούσε να ζήσει μαζί του.
Πείσμωσε και έβαλε στο μάτι την ομορφότερη όλων των νυμφών. Το όνομά της ήταν Σύριγξ και είχε θεϊκή καταγωγή, αφού πατέρας της ήταν ο θεός Λάδων, του ομώνυμου ποταμού της Αρκαδίας. Η Σύριγξ μία ημέρα κατά την οποία απομακρύνθηκε από τις όχθες του πατέρα της, συνάντησε τον τραγοπόδαρο θεό ο οποίος άρχισε να την πολιορκεί με παιχνιδίσματα για να την πείσει να γίνει γυναίκα του. Η νύμφη, όμως, ούτε που ήθελε να διανοηθεί το γεγονός ότι ο άντρας της θα ήταν κάποιος σαν τον Πάνα με αποτέλεσμα να είναι ανένδοτη. Για αυτό, κάποια στιγμή που βρήκε την ευκαιρία άρχισε να τρέχει ξανά πίσω προς τον ποταμό για να την βοηθήσει να σωθεί από τον πεισματάρη επίδοξο μνηστήρα. Δυστυχώς, ο Πάνας ήταν πιο πονηρός και την κατάλαβε, οπότε άρχισε να την καταδιώκει γρήγορα. Όσο πιο γρήγορα έτρεχε η νύμφη, τόσο πιο γρήγορα έτρεχε και ο Παν με αποτέλεσμα να διεξάγεται μέσα στο αρκαδικό δάσος μία ανελέητη καταδίωξη. Στο τέλος, η Σύριγξ έφθασε στις όχθες του Λάδωνα και με δυνατή φωνή παρακάλεσε τον πατέρα της να την απαλλάξει από αυτό το μαρτύριο γιατί δεν ήθελε με κανέναν τρόπο να συζήσει με τον Πάνα.
Ο Λάδων άκουσε παραξενεμένος την κόρη του να τον καλεί και συνειδητοποίησε το τί συνέβαινε. Την τελευταία στιγμή επενέβη. Μόλις ο Πάνας άπλωσε τα χέρια του για να αρπάξει τη Σύριγγα, αντί για τη νύμφη κράτησε μία καλαμιά. Η Σύριγξ είχε μεταμορφωθεί από τον πατέρα της αστραπιαίως σε καλαμιά.
Ο Παν αποσβολωμένος και συγκινημένος από αυτήν την κατάληξη αγκαλιάζοντας την καλαμιά έκοψε το καλάμι και το τεμάχισε σε ανισομήκη τμήματα. Αυτά τα ένωσε μεταξύ τους με κερί και έτσι κατασκεύασε ένα νέο μουσικό όργανο, τη σύριγγα Πανός. Μάλιστα, τόση ήταν η λαχτάρα του για τη νύμφη, έτσι ώστε όταν έφτιαξε το όργανο δεν το αποχωρίστηκε ποτέ. Όποτε ένοιωθε μοναξιά ή ήθελε να τραγουδήσει φύσαγε και έδινε πνοή στον αυλό ο οποίος παρήγαγε τόσο μελωδικούς μελαγχολικούς ήχους που έκαμνε τους Αρκάδες βοσκούς να ακούν εκστασιασμένοι. Τελικώς, οι ποιμένες υιοθέτησαν αυτό το όργανο και το κατέστησαν με τη σειρά τους αχώριστο σύντροφο και συνοδοιπόρο της μοναξιάς τους μέσα στα δάση των ελληνικών βουνών.
Ακόμα και σήμερα ο αυλός Πανός χρησιμοποιείται από μάλλον ελάχιστους βοσκούς, αλλά αποτελεί ένα καταξιωμένο μουσικό όργανο με περίοπτη θέση στο πάνθεον όλων των μουσικών οργάνων του πλανήτη. Στην ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ πιστεύουμε το ότι μαζί με τη φλογέρα, τον άσκαυλο και τη φυσαρμόνικα διακρίνονται σαν τα ιδανικά μουσικά όργανα κυρίως του δυτικού πολιτισμού τα οποία μπορούν να συντροφεύουν τη μοναξιά, αντιπροσωπεύοντας παραλλήλως την απόλυτη εσωτερική ελευθερία του ατόμου, ενώ είναι ιδανικά για τη σύνθεση χαλαρωτικών μελωδιών για διαλογισμό με εξαίρεση ίσως τον άσκαυλο επειδή έχει έναν πολύ ιδιαίτερο και επιβλητικό ήχο. Τέλος, εξαιρώντας ίσως πάλι τον άσκαυλο, από πολλούς ανθρώπους θεωρούνται μαζί με το πιάνο και το βιολί σαν τους ιδανικότερους μουσικούς εκφραστές της αισθαντικότητος και του ερωτικού πάθους.
2009 έως σήμερα ©ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ, Πρωτότυπες Κηποτεχνικές Διαμορφώσεις Ιδιωτικών Και Ιδιόχρηστων Κήπων